Σκέψεις για Σκέψη

Μια ψυχή που δεν καταλαβαίνει από σύρματα…

Είναι πρωί, ο καιρός υπέροχος και ξεκινάω για μια βόλτα. Ανάβω τη μηχανή του αμαξιού μου, χωρίς να ξέρω που θα πάω ακριβώς. Ανοίγω το παράθυρο, παρ’ όλο που είναι τέλη Νοεμβρίου το δροσερό αεράκι μου φτιάχνει την διάθεση. Φτάνω σε ένα μέρος γνώριμο, αλλά κάπως αλλαγμένο. Κατεβαίνω από το αμάξι και κάνω μια βόλτα. Ναι, έχουν αλλάξει πολλά πράγματα εδώ, από την τελευταία φορά που είχα έρθει. Και δεν αναφέρομαι στα στολισμένα δέντρα και στην χριστουγεννιάτικη διακόσμηση. Κάτι άλλο είναι…

Πλησιάζω περισσότερο και βλέπω κόσμο να περιμένει στην ουρά, αυτοκίνητα το ίδιο. Τι συμβαίνει; Την τελευταία φορά που ήρθα εδώ ήταν ερημιά. Δεν κυκλοφορούσε άνθρωπος. Αλλά και πάλι κάτι άλλο έχει αλλάξει…

Με μια πιο προσεκτική ματιά βλέπω στο βάθος πολλά φορτηγά, μηχανήματα, εργάτες… Εκτελούν διάφορες εργασίες, αλλά η σκόνη που σηκώνεται στην ατμόσφαιρα δεν μ’ αφήνει να διακρίνω τι γίνεται πιο πέρα. Πλησιάζω στην ουρά, και περιμένω κι εγώ όπως όλοι. Φτάνω στο μικρό κτίριο, το όποιο είναι σαν να στήθηκε πριν λίγα λεπτά και η αστυνομικός, που βρίσκεται μέσα, μου ζητάει στα αγγλικά την ταυτότητά μου. Την δείχνω και προχωράω. Τώρα βλέπω τους εργάτες πιο καθαρά. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω ξανά έρθει μέχρι εδώ. Σημαίες ανεμίζουν στους ιστούς, σημαίες διαφορετικές… Αλλά και πάλι συνεχίζω να έχω την αίσθηση ότι κάτι άλλο έχει αλλάξει…

Είναι κάτι στην ατμόσφαιρα, στη μυρωδιά του αέρα, στην αύρα που αποπνέει το έδαφος. Σ’ αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση στο στόμα. Καθώς συνεχίζω να περπατώ οι εργάτες πίσω μου μικραίνουν και τώρα το σκηνικό έχει αλλάξει. Περπατάω σε ένα μακρύ δρόμο και δεν μπορώ να διακρίνω που τελειώνει. Δεξιά και αριστερά μου βλέπω σπίτια, σπίτια εγκαταλελειμμένα, δείχνουν να μην έχουν ζωή…

Βλέπω αυλές χορταριασμένες, γκρίζους τοίχους, χωρίς παράθυρα και πόρτες, κάποια σπίτια μάλιστα είναι ετοιμόρροπα και άλλα δεν πρόλαβαν να τελειοποιηθούν. Η αίσθηση που είχα από την αρχή, εδώ τώρα είναι ακόμα πιο έντονη και όσο περπατάω θεριεύει μέσα μου. Τα σπίτια αυτά φαίνεται να μην έχουν ζωή, σαν κάποιος να τους την έκλεψε, βίαια και απότομα. Κι όμως, αν αφουγκραστώ καλά και κλείσω τα μάτια μου, θα δω με τα μάτια της ψυχής πλέον, παιδιά να τρέχουν στις αυλές, νοικοκυρές να απλώνουν την μπουγάδα τους… Να εδώ αριστερά είναι και το παλιό σχολείο, ένα μαγαζί πιο πέρα, τον φούρνο της γειτονιάς… Ένας παππούς πίνει τον καφέ του στην βεράντα και απολαμβάνει το πρωινό του… Κόσμος πάει και έρχεται στον δρόμο…

Και ξαφνικά ανοίγω τα μάτια μου και όλα πάλι είναι ήσυχα και νεκρά. Και παρατηρώ κάτι που δεν είχα δει πριν. Όλα τα σπίτια καθώς προχωράω μου φαίνονται θλιμμένα κι αυτό γιατί είναι φυλακισμένα. Εδώ και πολλά χρόνια. Ένα συρματόπλεγμα τα χώριζε από τους ενοίκούς τους για πολλά χρόνια. Τώρα μπορούν να τα δουν, αλλά όχι να τα αγγίξουν, να τα νιώσουν, να μπουν μέσα, να δουν το παιδικό τους δωμάτιο που έκαναν όνειρα για το μέλλον.Κι αυτό γιατί και πάλι ένα συρματόπλεγμα απλώνεται κατά μήκος του δρόμου δεξιά και αριστερά. Ξαφνικά νιώθω ότι βρίσκομαι σε μουσείο. Μία πινακίδα μου υπενθυμίζει ότι απαγορεύεται η φωτογράφιση και βιντεοσκόπηση…

Σε ένα σπίτι κάποιος κόλλησε πάνω στο σύρμα την φωτογραφία των ενοίκων του. Μια φωτογραφία παλιά και ασπρόμαυρη. Είναι ένα ζευγάρι. Μάλλον τώρα μπόρεσαν να επιστρέψουν στο σπίτι τους. Γιατί η ψυχή δεν καταλαβαίνει από σύρματα και ξεπερνά κάθε εμπόδιο και σύνορο…

Υ.Γ. Αφιερώνω κάθε λέξη αυτού του άρθρου σε αυτούς που χάθηκαν άδικα και σε αυτούς που έχασαν το σπίτι τους το ίδιο άδικα…

Βαθιά αισιόδοξη,

Έλενα.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *